Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

Customs and Excise

UK:*UK and possibly other pronunciationsUK and possibly other pronunciations/ˌkʌstəmzəndˈɛksaɪz/

Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο custom παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: Customs | and | Excise

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
custom n (habit, usual behaviour)συνήθεια ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)συνήθειο ουσ ουδ
 It was Jane's custom to go jogging every morning before breakfast.
 Ήταν συνήθεια της Τζέιν να πηγαίνει για τρέξιμο κάθε πρωί, πριν το πρωινό γεύμα.
custom n (tradition)συνηθίζεται ρ απρ
  συνήθεια ουσ θηλ
  έθιμο ουσ ουδ
  παράδοση ουσ θηλ
 The custom is to bring a gift when you are invited to dinner.
 Συνηθίζεται να προσφέρει κανείς δώρο όταν τον καλούν για δείπνο.
 Είναι έθιμο να προσφέρει κανείς δώρο όταν τον καλούν για δείπνο.
custom n UK (patronage: using shops)η επιλογή ενός καταστήματος από τους πελάτες
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος. Θα μπορούσε να αποδοθεί ως «προτίμηση», π.χ. «Ευχαριστούμε για την προτίμησή σας», είπε ο ιδιοκτήτης του καταστήματος.
 "Thank you for your custom," the shop owner said.
custom n UK (patronage: using services)προτίμηση ουσ θηλ
  συνεργασία ουσ θηλ
  δουλειές ουσ θηλ πλ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία. Προτείνονται ορισμένες υποψήφιες αποδόσεις.
 Tired of exorbitant fees, Rachel decided to take her custom to another bank.
customs npl (airport baggage-check area) (δασμοί)τελωνείο ουσ ουδ
 After passport control, you need to pass through customs.
 Μετά τον έλεγχο διαβατηρίων, πρέπει να περάσεις απ' το τελωνείο.
customs npl (tax payable on imported goods)δασμός ουσ αρσ
  τέλος ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη, ευρύτερα)φόρος ουσ αρσ
Σχόλιο: Used with a singular or plural verb
 You may have to pay customs on imported goods.
 Ίσως χρειαστεί να πληρώσεις δασμούς για τα εισαγώμενα προϊόντα.
customs n (government import duties department)τελωνείο ουσ ουδ
 Canadian customs charge you taxes for any imported goods valued over $20.
 Τα τελωνεία στον Καναδά χρεώνουν φόρους για όλα τα εισαγόμενα αγαθά αξίας άνω των 20 δολαρίων.
Customs n (government agency)τελωνείο
 Customs is holding the shipment till you pay the tax.
 Το τελωνείο κρατάει το φορτίο μέχρι να πληρώσετε το φόρο.
customs n as adj (charge, duty: payable on imported goods)τελωνειακός επίθ
  του τελωνείου περίφρ
 The company had to pay the customs duty for the imported item.
 Η εταιρεία έπρεπε να πληρώσει τελωνειακούς δασμούς για το εισαγόμενο προϊόν.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
custom adj (made to order, bespoke)κατά παραγγελία περίφρ
  ειδικής κατασκευής περίφρ
  ειδική παραγγελία φρ ως επίθ
  προσαρμοσμένων χαρακτηριστικών φρ ως επίθ
 The company built a custom motorcycle for him.
 Η εταιρεία του έφτιαξε μια μοτοσυκλέτα κατά παραγγελία.
 Η εταιρεία του έφτιαξε μια μοτοσυκλέτα ειδικής κατασκευής.
 Η μοτοσυκλέτα που του έφτιαξε η εταιρεία ήταν ειδική παραγγελία.
custom,
US: patronage
n
UK (regular patrons)έθιμο ουσ ουδ
  παράδοση ουσ θηλ
 The adverts generated a lot of custom.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
according to custom expr (as is traditional)σύμφωνα με το έθιμο έκφρ
  παραδοσιακά, εθιμοτυπικά επίρ
 According to custom, the dinner must be on the first Sunday in June.
custom designed,
custom-designed
adj
(bespoke)κατά παραγγελία περίφρ
  επί παραγγελία περίφρ
  ειδική παραγγελία φρ ως επίθ
  (κατά λέξη)σχεδιασμένος αποκλειστικά για κάποιον περίφρ
Σχόλιο: A hyphen is used when the adjective precedes the noun.
 A custom-designed computer would have only the components the buyer desires.
custom house n (duty office at a port)τελωνείο ουσ ουδ
custom product n (bespoke product)ειδική παραγγελία φρ ως ουσ θηλ
  προϊόν κατά παραγελλία περίφρ
  επί παραγγελία προϊόν, κατά παραγγελία προϊόν περίφρ
  (κατά λέξη)προϊόν σχεδιασμένο αποκλειστικά για κάποιον περίφρ
custom solution n (bespoke software design)εξατομικευμένη λύση περίφρ
 This software company promises a custom solution for each client's particular needs.
custom work n ([sth] tailor-made, made to order)κατά παραγγελία έκφρ
 The motorcyclists admired all the custom work on the bikes parked outside the bar.
custom work n (bespoke, personalized service)κατά παραγγελία έκφρ
custom-built,
custom built
adj
(created to order)ειδικά φτιαγμένος περίφρ
  ειδική παραγγελία φρ ως ουσ θηλ
  κατά παραγγελία περίφρ
  κατασκευασμένος ειδικά για κτ περίφρ
Σχόλιο: A hyphen is used when the adjective precedes the noun.
custom-fitted adj (bespoke, tailor-made)κατά παραγγελία περίφρ
  επί παραγγελία περίφρ
  ειδική παραγγελία φρ ως επίθ
 Those bookcases are custom-fitted to go in that niche in the living room.
custom-made,
custom made
adj
(bespoke, made to order)κατά παραγγελία έκφρ
Σχόλιο: A hyphen is used when the adjective precedes the noun.
 The millionaire wore only custom-made suits.
 His office furniture was custom made.
customhouse,
custom house,
customs house
n
(office handling import duties)τελωνείο ουσ ουδ
take your custom elsewhere v expr UK (shop in alternative store)πηγαίνω να ψωνίσω αλλού περίφρ
 The sales assistants were so rude to me, I decided to take my custom elsewhere.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση Customs and Excise στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «Customs and Excise».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!